Δευτέρα 8 Ιουνίου 2009

Φωτογραφικό υλικό

Τα κεντρικά αιτήματα των αγωνιστών του πολυτεχνείου:




Θύματα κατα την διάρκεια εορτασμού της επετείου της 17ης Νοέμβρη στην μεταπολιτευτική περίοδο




Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων μετά την είσοδο των τανκ στο χώρο του πολυτεχνείου, καταπατώντας έτσι το πανεπιστημιακό άσυλο, το οποίο ίσχυε ως εθιμικό δίκαιο στα ελληνικά πανεπιστήμια ήδη από το 19ο αιώνα, και απαγόρευε την είσοδο των μονάδων καταστολής σε πανεπιστημιακό χώρο:






Η στιγμή κατά την οποία τα άρματα μάχης εισβάλουν στο χώρο του πολιτεχνείου:





Ο ραδιοφωνικός σταθμός της νομικής, ο οποίος αποτελούσε την μοναδική ελευθερη φωνή μέσα στο χάος της λογοκρισίας:




Φωτογραφίες μετά την είσοδο των τανκ στο χώρο του Πολυτεχνείου:











Συγκεντρώσεις διαμαρτυρίες στο χώρο του Πολυτεχνείου, οι οποίες συσπείρωναν πέραν των φοιτητών και εργαζομένους:






















































































Η εξέγερση του Πολυτεχνείου

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 ήταν μια μαζική διαδήλωση λαϊκής αντίθεσης στο καθεστώς της Χούντας των Συνταγματαρχών. Η εξέγερση ξεκίνησε στις 14 Νοεμβρίου 1973, κλιμακώθηκε σχεδόν σε αντιχουντική επανάσταση και έληξε με αιματοχυσία το πρωί της 17ης Νοεμβρίου, μετά από μια σειρά γεγονότων που ξεκίνησαν με την είσοδο αρμάτων μάχης στον χώρο του Πολυτεχνείου.
Η Ελλάδα βρισκόταν από τις 21 Απριλίου 1967 υπό τη δικτατορική διακυβέρνηση του στρατού, ενός καθεστώτος που είχε καταργήσει τις ατομικές ελευθερίες, είχε διαλύσει τα πολιτικά κόμματα και είχε εξορίσει, φυλακίσει και βασανίσει πολιτικούς και πολίτες με κριτήριο τις πολιτικές τους πεποιθήσεις.
Το 1973 βρίσκει τον ηγέτη της χούντας, Γεώργιο Παπαδόπουλο να έχει ξεκινήσει μια διαδικασία "φιλελευθεροποίησης" του καθεστώτος, η οποία συμπεριλάμβανε την αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων και την μερική άρση της λογοκρισίας, καθώς και υποσχέσεις για νέο σύνταγμα και εκλογές για επιστροφή σε πολιτική διακυβέρνηση. Στελέχη της αντιπολίτευσης, μπόρεσαν έτσι να ξεκινήσουν πολιτική δράση ενάντια της χούντας.
Η χούντα, στην προσπάθειά της να ελέγξει κάθε πλευρά της πολιτικής, είχε αναμιχθεί στον φοιτητικό συνδικαλισμό από το 1967, απαγορεύοντας τις φοιτητικές εκλογές στα πανεπιστήμια, στρατολογώντας υποχρεωτικά τους φοιτητές και επιβάλλοντας μη εκλεγμένους ηγέτες των φοιτητικών συλλόγων στην Eθνική Φοιτητική Ένωση Eλλάδας (ΕΦΕΕ). Αυτές οι ενέργειες όπως είναι φυσικό δημιούργησαν έντονα αντιδικτατορικά αισθήματα στους φοιτητές, όπως τον φοιτητή Γεωλογίας Κώστα Γεωργάκη, ο οποίος αυτοπυρπολήθηκε δημόσια το 1970 στην Γένοβα της Ιταλίας σε ένδειξη διαμαρτυρίας ενάντια στη χούντα. Με αυτή την εξαίρεση, η πρώτη μαζική δημόσια εκδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στη χούντα ήρθε από τους φοιτητές στις 21 Φεβρουαρίου 1973.
Οι αναταραχές ξεκίνησαν λίγο νωρίτερα, στις 5 Φεβρουαρίου, όταν οι φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφάσισαν αποχή από τα μαθήματά τους. Στις 13 Φεβρουαρίου γίνεται διαδήλωση μέσα στο Πολυτεχνείο και η χούντα παραβιάζει το πανεπιστημιακό άσυλο, δίνοντας εντολή στην αστυνομία να επέμβει. 11 φοιτητές συλλαμβάνονται και παραπέμπονται σε δίκη. Με αφορμή αυτά τα γεγονότα, στις 21 Φεβρουαρίου, περίπου τρεις με τέσσερις χιλιάδες φοιτητές της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κατέλαβαν το κτίριο της σχολής στο κέντρο της Αθήνας επί της οδού Σόλωνος, ζητώντας ανάκληση του νομού 1347 που επέβαλε την στράτευση «αντιδραστικών νέων», καθώς 88 συμφοιτητές τους είχαν ήδη στρατολογηθεί με τη βία. Από την ταράτσα του κτιρίου απαγγέλλουν τον ακόλουθο όρκο: «Εμείς οι φοιτηταί των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων ορκιζόμαστε στo όνομα της ελευθερίας να αγωνισθούμε μέχρι τέλους για την κατοχύρωση: α) των ακαδημαϊκών ελευθεριών, β)του πανεπιστημιακού ασύλου, γ) της ανακλήσεως όλων των καταπιεστικών νόμων και διαταγμάτων.» Η αστυνομία έλαβε εντολή να επέμβει και πολλοί φοιτητές σε γύρω δρόμους υπέστησαν αστυνομική βία, χωρίς όμως τελικά να παραβιαστεί το πανεπιστημιακό άσυλο. Τα γεγονότα στη Νομική αναφέρονται συχνά ως προάγγελος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
Η εξέγερση των φοιτητών επηρεάστηκε επίσης σημαντικά και από τα νεανικά κινήματα της δεκαετίας του '60, και ειδικά από τα γεγονότα του Μάη του '68.
Στις 14 Νοεμβρίου 1973 φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφάσισαν αποχή από τα μαθήματα και άρχισαν διαδηλώσεις εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος. Καθώς οι αρχές παρακολουθούσαν αμέτοχες, οι φοιτητές που αυτοαποκαλούνταν «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», οχυρώθηκαν μέσα στο κτίριο της σχολής επί της οδού Πατησίων και ξεκίνησαν τη λειτουργία του ανεξάρτητου ραδιοφωνικού σταθμού του Πολυτεχνείου. Ο πομπός κατασκευάστηκε μέσα σε λίγες ώρες στα εργαστήρια της σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών από τον Γιώργο Κυρλάκη. Το, πλέον ιστορικό, μήνυμά τους ήταν: «Εδώ Πολυτεχνείο! Λαέ της Ελλάδας το Πολυτεχνείο είναι σημαιοφόρος του αγώνα μας, του αγώνα σας, του κοινού αγώνα μας ενάντια στη δικτατορία και για την Δημοκρατία». Εκφωνητές του σταθμού ήταν η Μαρία Δαμανάκη, ο Δημήτρης Παπαχρήστος και ο Μίλτος Χαραλαμπίδης.
Στις 3 π.μ. της 17ης Νοεμβρίου αποφασίζεται από την μεταβατική κυβέρνηση η επέμβαση του στρατού και ένα από τα τρία άρματα μάχης που είχαν παραταχθεί έξω από τη σχολή, γκρεμίζει την κεντρική πύλη. Όπως φαίνεται και στο ιστορικό φιλμ που τράβηξε παράνομα Ολλανδός δημοσιογράφος, το άρμα μάχης AMX 30 έριξε την σιδερένια πύλη τη στιγμή που επάνω βρίσκονταν ακόμα φοιτητές. Ο σταθμός του Πολυτεχνείου έκανε εκκλήσεις στους στρατιώτες να αψηφήσουν τις εντολές των ανωτέρων τους και στη συνέχεια ο εκφωνητής απήγγειλε τον ελληνικό εθνικό ύμνο. Η μετάδοση διακόπηκε με την είσοδο του άρματος στον χώρο της σχολής. Οι φοιτητές βλέποντας το άρμα μάχης να εισβάλλει, ακολουθούμενο από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, ρίχνουν την πόρτα του Πολυτεχνείου στην οδό Στουρνάρη και αρχίζουν να εξέρχονται μαζικά. Οι αστυνομικές δυνάμεις επιτίθενται στους φοιτητές, την έξοδο των οποίων αποφασίζουν (σύμφωνα και με το πόρισμα του εισαγγελέα Τσεβά) να περιφρουρήσουν κάποιοι από τους στρατιώτες που βρίσκονταν στην περιοχή, οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις επενέβησαν και εναντίον των αστυνομικών που βιαιοπραγούσαν στους φοιτητές. Πολλοί φοιτητές βρίσκουν καταφύγιο σε γειτονικές πολυκατοικίες. Ελεύθεροι σκοπευτές της αστυνομίας ανοίγουν πυρ από γειτονικές ταράτσες, ενώ άνδρες της ΚΥΠ καταδιώκουν τους εξεγερθέντες.
Στρατιώτες και αστυνομικοί έβαλαν με πραγματικά πυρά κατά πολιτών μέχρι και την επόμενη μέρα, με συνέπεια αρκετούς θανάτους στον χώρο γύρω από το Πολυτεχνείο, αλλά και στην υπόλοιπη Αθήνα. Η πρώτη επίσημη καταγραφή τον Οκτώβριο του 1974, από τον εισαγγελέα Δημήτρη Τσεβά, εντόπισε 18 επίσημους ή πλήρως βεβαιωθέντες νεκρούς και 16 άγνωστους "βασίμως προκύπτοντες". Ένα χρόνο αργότερα ο αντιεισαγγελέας εφετών Ιωάννης Ζαγκίνης έκανε λόγο για 23 νεκρούς, ενώ κατά τη διάρκεια της δίκης που ακολούθησε προστέθηκε ακόμη ένας. Οι πρώτες (δημοσιογραφικές) προσπάθειες για την καταγραφή των γεγονότων μιλούσαν για 59 νεκρούς ή και 79 θύματα, με βάση τον κατάλογο Γεωργούλα. Σύμφωνα με έρευνα το 2003 του διευθυντή του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Λεωνίδα Καλλιβρετάκη, ο αριθμός των επωνύμων νεκρών ανέρχεται σε 23, ενώ αυτός των νεκρών αγνώστων στοιχείων σε 16.
Ο Χρήστος Λάζος υποστηρίζει ότι οι νεκροί είναι 83 και ίσως περισσότεροι. Ανάμεσά τους ο 19χρονος Μιχάλης Μυρογιάννης, ο μαθητής λυκείου Διομήδης Κομνηνός και ένα πεντάχρονο αγόρι που εγκλωβίστηκε σε ανταλλαγή πυρών στου Ζωγράφου. Κατά τη δίκη των υπευθύνων της χούντας υπήρξαν μαρτυρίες για τον θάνατο πολλών πολιτών κατά τη διάρκεια της εξέγερσης. Τέλος χιλιάδες σύμφωνα με εκτιμήσεις ήταν οι τραυματίες πολίτες.

Αντιστασιακές εκδηλώσεις

Το καλοκαίρι του 1968 και συγκεκριμένα στις 13 Αυγούστου θα γίνει η πρώτη δολοφονική απόπειρα κατά του Παπαδόπουλου. Ο Αλέκος Παναγούλης προσπάθησε με εκρηκτικό μηχανισμό να δολοφονήσει τον δικτάτορα που κατευθυνόταν προς το Λαγονήσι. Η απόπειρα απέτυχε και ο Παναγούλης συνελήφθη.
Ο Αλέκος Παναγούλης δικάστηκε τον Νοέμβριο του ίδιου έτους μαζί με άλλα μέλη της οργάνωσης "Εθνική Αντίσταση" και καταδικάστηκε δυο φορές εις θάνατον. Ο Λευτέρης Βερυβάκης καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά, ενώ άλλα οκτώ άτομα καταδικάστηκαν σε βαριές ποινές.
Κορυφαία αντιστασιακή εκδήλωση ήταν η κηδεία του Γεωργίου Παπανδρέου. Ο Γεώργιος Παπανδρέου πέθανε την 1η Νοεμβρίου 1968. Την κηδεία του παρακολούθησαν εκατοντάδες χιλιάδες λαού, οι οποίοι διαδήλωσαν στους δρόμους της Αθήνας υπέρ της δημοκρατίας και ζητώντας την κατάργηση του δικτατορικού καθεστώτος.
Στις 29 Μαρτίου του 1969 ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης καταφέρθηκε εναντίον των δικτατόρων, τονίζοντας ότι το καθεστώς αυτό είναι αντίθετο προς τα ιδανικά της ελευθερίας και της δημοκρατίας που χαρακτηρίζουν τον ελληνικό λαό.
«Κλείνουν δυο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς όλως διόλου αντίθετο με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας και τόσο περίλαμπρα ο λαός μας, στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο. Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης όπου, όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και κόπους, πάνε κι αυτές να καταποντιστούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά. Δεν θα μου ήταν δύσκολο να καταλάβω πως τέτοιες ζημιές δεν λογαριάζουν πάρα πολύ για ορισμένους ανθρώπους. Δυστυχώς δεν πρόκειται μόνο γι' αυτόν τον κίνδυνο. Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη, στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μας βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα, όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία τόσο το κακό προχωρεί. Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό και, μπορώ να το πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι εθνική επιταγή. Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω».
Στην διαρκώς ογκούμενη αντίσταση του Ελληνικού λαού κατά της τυραννίας, η Χούντα απαντά με συλλήψεις αγωνιστών, δίκες και βαριές καταδίκες. Έτσι, στις 13 Απριλίου 1970 το Στρατοδικείο Αθηνών καταδίκασε 20 στελέχη της αντιδικτατορικής οργάνωσης "Δημοκρατική Άμυνα". Μεταξύ αυτών οι καθηγητές Σάκης Καραγιώργος και Γ. Α. Μαγκάκης, στους οποίους επιβάλονται ισόβια στον πρώτο και 18ετης κάθειρξη στον δεύτερο, ο αντιστράτηγος Γ. Ιορδανίδης και ο τότε φοιτητής Νομικής Νίκος Κωνσταντόπουλος, στους οποίους επιβάλεται κάθειρξη 8 ετών κ.α. Επίσης, στις 8 Ιουλίου καταδικάστηκαν σε ισόβια δεσμά τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ Ν. Καλούδης, Ζ. Ζορζοβίλης και Ι. Γιάνναρης και σε διάφορες ποινές από 15 έως 20 χρόνια άλλα 10 άτομα.
Η Θεσσαλονίκη συνεισέφερε στον αγώνα για την ελευθερία όχι κατά το μέτρο των δυνάμεών της, αλλά πολύ περισσότερο από αυτό. Στο διάστημα 1967-71 -οπότε παύει να λειτουργεί το Εκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης- έγιναν περίπου 12 μεγάλες δίκες αντιστασιακών, μεταξύ αυτών η δίκη του "Πατριωτικού Μετώπου", της "Δημοκρατικής Άμυνας", της ΟΚΝΕΘ, της "Λαϊκής Πάλης" κ.α., στις οποίες καταδικάσθηκαν συνολικά πάνω από 100 κατηγορούμενοι. Στα τέλη του 1972, σε σύνολο περίπου 400 πολιτικών κρατουμένων από όλη την Ελλάδα, οι 80 (το 20%) είχαν καταδικασθεί από το Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης. Θα πρέπει επίσης να πρσθέσουμε τους 500 περίπου εκτοπισμένους στη Γυάρο, στη Λέρο, τον Ωρωπό που είχαν συλληφθεί "προληπτικά" αμέσως μετά το πραξικόπημα. Αξίζει να σημειωθεί ότι, από τους 30 περίπου "ισοβίτες" πολιτικούς κρατούμενους οι 12 είχαν καταδικασθεί στη Θεσσαλονίκη.

Η στάση του Βασιλιά κατα τη διάρκεια της Δικτατορίας


Οι σχέσεις της Χούντας με το Βασιλιά ήταν αμφίρροπες από την πρώτη στιγμή. Η Χούντα ήταν απρόθυμη να δώσει απτές αποδείξεις πως η επέμβασή της ήταν ένα προσωρινό στάδιο. Οι στρατιωτικοί δεν φαίνονταν πρόθυμοι να προετοιμάσουν το έδαφος για την επιστροφή στη Δημοκρατία. Αντίθετα, προσεκτικά και συστηματικά, έδιωχναν ανθρώπους του Βασιλιά από όλες τις κρίσιμες θέσεις στο στρατό, υποβάλλοντας τακτικά νέες καταστάσεις αποστρατείας αξιωματικών που επέμεναν να υπογράψει ο Βασιλιάς. Ήταν φανερό πως ετοιμάζονταν για μακροχρόνια παραμονή στην εξουσία.
Ο Βασιλιάς λάβαινε καθημερινά προειδοποιήσεις από το περιβάλλον του πως αργά ή γρήγορα θα αναγκαζόταν να πάρει θέση και ν΄ αρνηθεί να ικανοποιήσει τις αξιώσεις του Γεώργιο Παπαδόπουλο που είχαν στόχο την αποσύνθεση της δομής δύναμης, πάνω στην οποία στηριζόταν η θέση του Βασιλιά. Έπρεπε λοιπόν να βιαστεί, πριν αποστρατευθούν από τις Ένοπλες Δυνάμεις όλοι οι δικοί του αξιωματικοί.
Τον Σεπτέμβριο του 1967 ο Βασιλιάς επισκέφθηκε τις ΗΠΑ όπου στο Κογκρέσο, στις 11 Σεπτεμβρίου, πολλοί φιλελεύθεροι πολιτικοί τον έφεραν σε αμηχανία, υποβάλοντάς του ερωτήσεις για την καταπίεση του λαού και των ελεύθερων θεσμών στην Ελλάδα από τη Δικτατορία. Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος μπόρεσε και δήλωσε ότι «Δέν είναι η Κυβέρνησίς μου»
Μόλις γύρισε από την Αμερική, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος του παρουσίασε μια κατάσταση τετρακοσίων αξιωματικών για αποστρατεία. Αρνήθηκε να υπογράψει αλλά ο Παπαδόπουλος πίεσε σκληρά και τελικά έφθασαν σε συμβιβασμό μειώνοντας την αποστρατεία σε 144 αξιωματικούς. Ο Βασιλιάς άρχισε τις προετοιμασίες του Αντικινήματός τους και ζήτησε και πήρε τις ευλογίες του Γεωργίου Παπανδρέου και του Παναγιώτη Κανελλόπουλου .Η οργή του Βασιλιά για τον Παπαδόπουλο και η ελπίδα του να τον ανατρέψει, δημιουργούσε καθημερινά προστριβές που προκαλούσαν εμπόδια στο «εποικοδομητικό» πρόγραμμα της Χούντας. Η λύση ήταν να ενθαρρυνθεί ο Βασιλιάς να παίξει το χαρτί του. Σίγουρα θα έχανε κι έτσι θα απαλλασσόταν η Χούντα από ένα ενοχλητικό είδος αντιπολίτευσης. Με αφορμή τη Σύνταξη του νέου Συντάγματος ο Βασιλιάς κινήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου
Στις 9.30΄ το πρωί, της 13ης Δεκεμβρίου, έφτασε στο Τατόι με τις αποσκευές του ο Πρωθυπουργός Κ. Κόλιας. Στις 9.50΄ π.μ., ο Αρχηγός της Αεροπορίας Πτέραρχος Αντωνάκος, πέταξε στη Λάρισα για να αναλάβει τη διοίκηση της μοίρας που στάθμευε εκεί και να κάμει επαφή με το Στρατηγό Κόλλια, Διοικητή τη Α΄ Στρατιάς που επρόκειτο να συμμετάσχει στο βασιλικό Αντικίνημα.
Στις 10.20΄ π.μ. δίνεται το σύνθημα της αναχώρησης από το Τατόι. Ο Βασιλιάς, μαζί με τη συνοδεία του (ο Πρωθυπουργός, ο Αυλάρχης Λεωνίδας Παπάγος, η Βασιλική Οικογένεια, ο γιατρός Βασίλης Κουτήφαρης, ο Στρατηγός Δόβας, δύο νοσοκόμες, δύο υπηρέτες και ένας σκύλος) απογειώθηκε από το αεροδρόμιο Τατο, με κατεύθυνση τη Καβάλα που θα γινόταν και το Αρχηγείο του. Ενώ βρισκόταν ο Βασιλιάς καθ΄ οδό προς τη Καβάλα, ο Στρατηγός Μανέττας επισκέφθηκε τον Αρχηγό του ΓΕΕΘΑ Οδυσσέα Αγγελή και του έδειξε μια επιστολή του Βασιλιά, που έδινε τη διαταγή παράδοσης της διοίκησης στον Μανέττα. Ο Μανέττας ούτε καν οπλοφορούσε και έτσι ο Αγγελής τον έθεσε υπο κράτηση. Αμέσως έδωσε το σήμα γενικού συναγερμού και ζήτησε από τις Ένοπλες Δυνάμεις να μείνουν πιστές στο Καθεστώς. Οι επικοινωνίες με τις στρατιωτικές μονάδες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας είχαν αποκοπεί. Η Χούντα, που ανησύχησε μ΄ αυτό, αντέδρασε με ταχύτητα στην περιοχή της Αττικής. Μονάδες τάνκς περικύκλωσαν τα αεροδρόμια Τανάγρας και Ελευσίνας, το Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών και το κτίριο της Βουλής.
Ο Βασιλιάς έφθασε στην Καβάλα στις 11.30΄ π.μ. Οι στρατιωτικές μονάδες που στάθμευαν εκεί προσχώρησαν αμέσως στο Αντικίνημα. Στη Λάρισα, ο Βασιλιάς είχε επιτυχία στην αρχή, αλλά στη Θεσσαλονίκη τα πράγματα δεν πήγαν καθόλου καλά. Ο Αντιστράτηγος Λιαράκος, πιστός στο Βασιλιά, πήρε στα χέρια του τη διοίκηση των Βασιλικών Δυνάμεων στη περιοχή της Θεσσαλονίκης, δεν μπόρεσε όμως να καταλάβει το Ραδιοφωνικό Σταθμό Θεσσαλονίκης που παρέμεινε κάτω απο τον έλεγχο του Ταξίαρχου Πατίλη. ΄Ετσι, η Θεσσαλονίκη μετέδωσε το μήνυμα της Χούντας το οποίο έδινε την εντύπωση, στην Αθήνα και αλλού, πως το Κίνημα του Βασιλιά απέτυχε στη Βόρεια Ελλάδα. Το Διάγγελμα του Βασιλιά μεταδώθηκε απο το Ραδιοφωνικό Σταθμό Λάρισας, ένας Σταθμός που ακουγόταν αμυδρά στη Αθήνα. Στη συνέχεια ο Πατίλης κατόρθωσε να συλλάβει το Λιαράκο και ν΄ αναλάβει τη διοίκηση της Γ΄ Σώματος Στρατού.
Στις δύο το απόγευμα, δύο αεριωθούμενα που ανήκαν στις δυνάμεις του Βασιλιά, πέταξαν πάνω από την Αθήνα και σκόρπισαν αντίγραφα του Διαγγέλματος του Βασιλιά.
Στις 4.00΄ το απόγευμα, ο Βασιλιάς φεύγει με ελικόπτερο για την Κομοτηνή όπου θα συναντήσει το Στρατηγό Περίδη. Μόλις έφθασε, πληροφορήθηκε πως ο Στρατηγός Κόλλιας είχει κιόλας συλληφθεί από νεώτετους αξιωματικούς που ήταν πιστοί στη Χούντα. Στεναχωρημένος γύρισε στη Καβάλα όπου εκεί τα πράγματα είχαν πάρει τροπή προς το χειρότερο. Ο Στρατηγός Περίδης και ο Ταξίαρχος Έρσελμαν είχαν επίσης συλληφθεί από νεώτερους αξιωματικούς ενώ ο Ταξίαρχος Ζαλοχώρης είχε διαφύγει περνώνοτας τα σύνορα στην Τουρκία. Η ΙΧ Μεραρχία της Καβάλας τέθηκε κάτω από τις διαταγές της Χούντας.
Τα άλλα δύο Όπλα, το Ναυτικό και η Αεροπορία ήσαν ακόμα πιστά στον Βασιλιά, μα ο Βασιλιάς δεν ήξερε πως να τα χρησιμοποιήσει. Ο άμεσος κύκλος του και μερικοί σύμβουλοί του, τον συμβούλεψαν να αποφύγει κάθε πράξη που θα κατέληγε σε αιματοχυσία και την αποδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων σε περίοδο κρίσης με την Τουρκία.
Στις 3.00΄ το πρωί, της 14ης Δεκεμβρίου το Ναυτικό και η Αεροπορία είχαν υποταχθεί στη Χούντα. Στις 3.20΄ το πρωί, ο Βασιλιάς, η οικογένεια του, ο Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Κόλλιας αναχώρησαν για τη Ρώμη. Ο Ραδιοσταθμός Αθηνών μετέδωσε πως «οι συνωμόται και ο Κωνσταντίνος προσπαθούν να διαφύγουν κυνηγημένοι απο το στρατό απο χωριό σε χωριό. Η Αντεπανάστασις απέτυχε. Συνετρίβη πλήρως»
Ενώ ο Βασιλιάς βρισκόταν ακόμα στην Ελλάδα, στις 9.30΄ το βράδυ, της 13ης Δεκεμβρίου, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος όρκισε το Στραγηγό Γεώργιος Ζωιτάκης ώς Αντιβασιλέα και ο Ζωιτάκης ζήτησε αμέσως από τον Παπαδόπουλο να αναλάβει τα καθήκοντα Πρωθυπουργού. Οι αξιωματικοί του Χούντας εξαγριωμένοι κατέβασαν τις φωτογραφίες του Βασιλιά από τα κυβερνητικά κτίρια.
Στην Ρώμη, ο Βασιλιάς αρνήθηκε να κάνει οποιαδήποτε δήλωση. Στις 20 Δεκεμβρίου έκανε δήλωση, στην οποία έλεγε ότι θα επιστρέψει μόνο όταν αποκατασταθούν πλήρως οι δημοκρατικοί θεσμοί.

Οι αντιστασιακές οργανώσεις επι χούντας




Παρά τις συλλήψεις και την άγρια τρομοκρατία άρχισε να αναπτύσσεται από τις πρώτες ημέρες του πραξικοπήματος ένα αντιδικτατορικό κίνημα από τις παράνομες οργανώσεις και μεμονωμένους αγωνιστές.
Εκεί όπου είχαν σκάψει και σπείρει οι παράνομες αντιδικτατορικές οργανώσεις, είχε αρχίσει να φυτρώνει ένα ανατρεπτικό νεολαιίστικο κίνημα που ενσωμάτωνε όχι μόνο τις καλύτερες παραδόσεις του λαϊκού κινήματος, αλλά και εμπνεόταν από το διεθνές αντιπολεμικό κίνημα, από το γαλλικό Μάη-Ιούνη του '68, από το μεγαλειώδη αγώνα του βιετναμέζικου λαού να αποτινάξει τον αμερικανικό ζυγό.
Συγκροτήθηκε το ΠΑΜ (Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο) με επικεφαλής τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Νίκο Δήμου, τον Αντώνη Μπριλλάκη, τον Γιώργο Βότση κ.α Μερικές ημέρες αργότερα δημιουργήθηκε η "Δημοκρατική Αμυνα" στην οποία μετείχαν ο Σάκης Καράγιωργας, ο Βασίλης Φίλιας, ο Στέλιος Νέστωρ κ.α. Αλλα πολιτικοποιημένα άτομα, κυρίως από τον κεντρώο χώρο, όπως ο Αντώνης Λιβάνης, ο Λευτέρης Βερυβάκης, ο Απόστολος Κακλαμάνης, ο Στάθης Γιώτας δημιούργησαν τον "Δημοκρατικό Σύνδεσμο". Τα άτομα αυτά αποτέλεσαν τον πυρήνα του ΠΑΚ Ελλάδας που δημιουργήθηκε αργότερα.
Στις 27 Ιουλίου μέλη του ΠΑΜ στην Αθήνα, συνέδεσαν δυο μεγάφωνα με μαγνητόφωνο σε πολυκατοικία στην οδό Πανεπιστημίου και μετέδωσαν εκπομπή με αντιδικτατορικά συνθήματα. Το ίδιο συνέβη στην παραλία της Θεσσαλονίκης, μπροστά στο Λευκό Πύργο, όπου ξαφνικά από ένα καροτσάκι μωρού στο οποίο είχε τοποθετηθεί μαγνητόφωνο, άρχισαν να ακούγονται συνθήματα κατά της Χούντας. Στη διάρκεια του φθινοπώρου αυτοσχέδιες βόμβες εξερράγησαν στην Αθήνα. Η Χούντα προέβη σε συλλήψεις, δίκες και καταδίκες, υπευθύνων και μη σε εξορία σε ξερονήσια του Αιγαίου. Χαρακτηριστική ήταν η δίκη των στελεχών του "Πατριωτικού Μετώπου". Στις 27 Οκτωβρίου 1967 το Εκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών καταδίκασε τον Κώστα Φιλίνη και τον Ιωάννη Λελούδα σε ισόβια δεσμά και 15 χρόνια φυλακή τους Ι.Παπαηλιόπουλο, Σύλβα Ακρίτα, Αννα Παπανικόλα, ΚΛειβαδίτη, Ηλ. Μπετζέλο και Γ.Μπεζεριάνο για αντίσταση κατά της αρχής.
Το ΠΑΚ ιδρύθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 1968 στη Σουηδία από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Στόχος του ΠΑΚ ήταν η αποτελεσματικότερη οργάνωση του αγώνα κατά της Χούντας και για την επίτευξή του θα χρησιμοποιούνταν κάθε μέσο, ακόμη και ένοπλη αντίσταση στο καθεστώς.


Για μια συνολικότερη -αλλά αρκετά συνοπτική- παρουσίαση των αντιστασιακών οργανώσεων, ο αναγνώστης μπορεί να καταφύγει στο κείμενο του Γιώργου Γιαννόπουλου, μέλους της ΔΑ και στη συνέχεια του ΠΑΚ "Οι αντιστασιακές δυνάμεις μετά το πραξικόπημα", στο συλλογικό έργο "Η Ελλάδα κάτω από στρατιωτικό ζυγό", που πρωτοκυκλοφόρησε το 1972 στην Αγγλία (Αθήνα 1976, εκδόσεις Παπαζήση) καθώς και σε σχετική έρευνα του Γιάννη Φλώρου ( "Αντιστασιακές οργανώσεις στη δικτατορία. Στοιχεία για την εμφάνιση και τη δράση τους") στο περιοδικό "Αντί" (τχ.344, 17/4/87). Βοήθεια όσον αφορά πρόσωπα και ημερομηνίες μας πρόσφερε και το βιβλίο των Κ. Χατζηδάκη & Θ. Μίχου "Οι μεν και οι δε, 1967-1974" (Αθήνα 1975, εκδόσεις Τομή), που υποφέρει ωατόσο από τη συνήθη προχειρότητα των πολιτικών εκδόσεων της εποχής στην εκδοτική επιμέλειά του. Απογοητευτική είναι αντίθετα η μοναδική μονογραφία που κυκλοφορεί για το εργατικό κίνημα της εποχής (Ματίνας Λέτσα "Εργατικοί αγώνες στην περίοδο της δικτατορίας", Αθήνα χχ, εκδόσεις Αφών Τολίδη), καθώς στο μεγαλύτερο μέρος του πρόκειται για κατά λέξη αντιγραφή παλιότερου έργου του Θεόδωρου Θεοδώρου ("Στοιχεία για την εργατική τάξη σήμερα", Αθήνα 1974, εκδοτική ομάδα Εργασία). Για το φοιτητικό κίνημα του 1972-73 υπάρχει πλήθος δημοσιευμάτων, με πιο αξιόλογο (και πρόσφατο) το βιβλίο του Ολύμπιου Δαφέρμου "Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, 1972-73" (Αθήνα 1992, Θεμέλιο). Ως πρώτη καταγραφή, κλασικό είναι το "Φοιτητικό κίνημα και δικτατορία" του δημοσιογράφου τότε των "Νέων" Μηνά Παπάζογλου (Αθήνα 1975, εκδόσεις Επικαιρότητα), ενώ ο Σταύρος Λυγερός ("Φοιτητικό κίνημα και ταξική πάλη στην Ελλάδα" (Αθήνα 1977) ασχολείται περισσότερο με την πάλη γραμμών στο εσωτερικό του κινήματος. Για τα γεγονότα της ίδιας περιόδου αλλά και για μια λίστα των περισσότερων (αλλά όχι όλων) βομβών που εξερράγησαν στην περιοχή της πρωτεύουσας από το 1967 μέχρι το 1974, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ανατρέξουν στις πρώτες σελίδες της έκδοσης της Αυτόνομης Πρωτοβουλίας Πολιτών για τη Μεταπολίτευση ("Αυτοί οι αώνες συνεχίζονται", Αθήνα 1983 κι επανέκδοση Θεσ/νίκη 1996).
Αφήσαμε για το τέλος τις προσωπικές αφηγήσεις. Για την ίδρυση και τους πρώτους μήνες του ΠΑΜ μπορεί κανείς να ανατρέξει στις δημοσιευμένες μαρτυρίες των Μίκη Θεοδωράκη ("Το χρέος", τ.Α', Ρώμη 1971, εκδόσεις Τετράδια της Δημοκρατίας) και του Γιώργου Βότση ("Σε μαύρο φόντο", Αθήνα 1983, Εξάντας). Πλήθος πληροφοριών για τη δράση των αντιδικτατορικών οργανώσεων του κεντρώου χώρου περιέχονται στο πρόσφατο βιβλίο του Παναγιώτη Κρητικού ( "Αντίσταση κατά της δικτατορίας, 1967-1974", Αθήνα 1996, εκδ. Καλέντης) και στην αυτοβιογραφία του Βασίλη Φίλια ("Τα αξέχαστα και τα λησμονημένα", Αθήνα 1997, εκδ. Παπαζήσης). Για τις οργανώσεις της άκρας αριστεράς, μοναδική είναι η (υπό τύπο νουβέλας) αφήγηση του Τάσου Δαρβέρη για τη "Λαϊκή Πάλη" της Θεσσαλονίκης ("Μια Ιστορία της νύχτας, 1967-74", Θεσσαλονίκη 1983, εκδόσεις Τρίλοφος).

Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967


Τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου του 1967 εξεράγη ένα στρατιωτικό πραξικόπημα με επικεφαλής τον ταξίαρχο τον Στυλιανό Παττακό και τους συνταγματάρχες Γ. Παπαδόπουλου και Μακαρέζο, το οποίο κατέλησε τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας και της επέβαλε μία επταετή περίοδο δικτατορίας. Η χώρα την περίοδο εκείνη ουσιαστικά βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο. Οι εκλογές είχαν προκυρηχθεί για τις 28 Μαΐου και την εξουσία ασκούσε ήδη από τις 3 Απριλίου η ΕΡΕ με πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Κανελλόπολο, έχοντας την σύμφωνη γνώμη του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γεωργίου Παπανδρέου και του βασιλιά Κωνσταντίνου.
Διάχυτη ήταν η υποψία πως τις εκλογές θα κέρδιζε η Ένωση Κέντρου και θα επανερχόταν θριαμβευτικά στην εξουσία υπό τον Γ. Παπανδρέου. Πολλοί πίστευαν οτι θα τίθονταν ένα τέλος στη διετή πολιτική ανωμαλία, που έμεινε στην ελληνική ιστορία ως η ''αποστασία'' και σηματοδοτήθηκε από την παραίτηση του τότε πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου (52,2% στις εκλογές του 1964) στις 15 Ιουλίου του 1965 ύστερα από σύγκρουσή του με το βασιλιά Κωνσταντίνο.
Στα δεξιότερα του πολιτικού φάσματος ένα τμήμα της ΕΡΕ αναζητούσε ένα λοχία για να σώσει την χώρα από τον αναρχοκομμουνισμό. Για την μετεμφυλική δεξιά την προδικτατορικής περιόδου κομμουνιστές ήταν εν ευρεία έννοια και οι κεντρώοι.
Οι στατηγοί, το παλάτι κάποιοι πολιτικοί της δεξιάς και οι Αμερικανοί καλοέβλεπαν μιας μικρής διάρκειας συνταγματική εκτροπή που θα επανέφερε την κατάσταση στη σωστή ρώτα, δηλαδή στην εναλλαγή της εξουσίας απο τη Δεξιά σε ένα μετριοπαθή κέντρο. Η '' χούντα των στρατηγών'' έμεινε ένα ανεκπλήρωτο σχέδιο, καθώς πρόλαβαν οι μικροί αξιωματικοί με το πραξικόπημα στις 21 Απριλίου με πρόσχημα τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Κάτι τέτοιο δεν υφίσταται καθώς η ΕΔΑ που εκπροσωπούσε την Αριστερά (το ΚΚΕ ήταν παράνομο) κινούνταν στο 11,80% στις εκλογές του 1964 έναντι του 24,43% του 1958.
Πρέπει όμως να συνυπολογίσουμε ότι βρισκόμαστε 17 χρόνια από τη λήξη του εμφυλίου πολέμου και την κοτύφωση του Ψυχρού Πολέμου όσον αφορά τη διεθνή συγκυρία. Ο στρατός ήταν πανίσχυρος με παράδοση επεμβάσεων κατά τον 20ο αιώνα , οι Αμερικανοί θεωρούσαν φέουδό τους την Ελλάδα , το δεξιό παρακράτος ήταν ισχυρό (δολοφονία Λαμπράκη) και το παλάτι ήταν ένας αυτόνομος πόλος εξουσίας.